Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

Ποινές και εκφοβισμός στο σχολικό πλαίσιο


Πολλά έχουν ειπωθεί τα τελευταία χρόνια σε σχέση με την αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού, δηλαδή της βίας μεταξύ συμμαθητών στο σχολικό περιβάλλον. Πολύ λιγότερo όμως έχουν σχολιαστεί τα περιστατικά εκφοβισμού ή βίας από εκπαιδευτικούς προς μαθητές. Ίσως γιατί πιστέψαμε ότι είναι ένα θέμα ξεπερασμένο-συνέβαινε στο παρελθόν, αλλά πια έχει σταματήσει. Από την άλλη, ακούγονται  παράπονα για βία από παιδιά (ή και γονείς) προς εκπαιδευτικούς. Βεβαίως υπάρχουν και αυτά, όμως θα ήθελα να επανέλθω στο θέμα του εκφοβισμού από εκπαιδευτικούς προς τα παιδιά. Ίσως το ακούω πιο συχνά από ό,τι θα ήθελα. Ίσως, η θέση εξουσίας, που εκ φύσεως είναι η σχέση εκπαιδευτικού με τα παιδιά, προσφέρει εύφορο έδαφος σε κάποιους εκπαιδευτικούς, να εκτονώσουν τις ανεπίλυτες εσωτερικές τους συγκρούσεις. Ίσως,  σε ένα κλίμα γενικότερης αυτοκατηγορίας  της κοινωνίας μας σε σχέση με τη ‘μπαχαλοποίηση’ της χώρας μας και της αυστηρής τιμωρητικής συμπεριφοράς από τους ‘επάνω προς τους κάτω’ , κάποιοι  μετέφρασαν ότι χρειάζεται να ‘σφίξουν τα λουριά παντού’, ακόμη και σε σχέση με τους μαθητές και ότι ίσως ο τρόπος για την επαναφορά της ‘τάξης’ είναι το ‘εμπρός-πίσω’ της προσφιλούς τηλεοπτικής σειράς, δηλαδή απαρχαιωμένες μεθόδους διδασκαλίας .

Ποιες είναι  οι μέθοδοι εκφοβισμού των μαθητών, που τις περισσότερες φορές χρησιμοποιούνται απερίσκεπτα; Η σωματική τιμωρία βεβαίως είναι παράνομη, ανεπίτρεπτη και αντιπαιδαγωγική κατά πάσα έννοια. Έχει κριθεί εκτός νόμου σε πολλές χώρες του εξωτερικού, ακόμη και ως μέσο διαπαιδαγώγησης από τους γονείς. Είναι μέσο απαξίωσης του παιδιού, παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα του παιδιού, όπως αυτά έχουν δοθεί από τον ΟΗΕ και διδάσκει στα παιδιά τη βία. Είναι εντελώς αναποτελεσματική, διότι το παιδί θα επαναλάβει αυτό ακριβώς για το οποίο τιμωρήθηκε, αλλά όταν δεν το βλέπει κανείς, δημιουργεί το υπέδαφος για την ανατροφή βίαιων πολιτών στο μέλλον, καταστρέφει την αυτοεκτίμηση του παιδιού, με ολέθριες συνέπειες προς όλες τις πτυχές της ζωής του και οδηγεί το παιδί σε αναζήτηση ακατάλληλων τρόπων εκδίκησης, τους οποίους κάποια στιγμή θα πληρώσει ολόκληρη η κοινωνία. Η σωματική τιμωρία των παιδιών θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ‘βραδυφλεγής ψυχική υγειονομική βόμβα’ (μιας και ο όρος της ‘υγειονομικής βόμβας’ έχει φορεθεί αρκετά τελευταία…)

Όμως δεν είναι μόνο η σωματική τιμωρία, η οποία θέλω να πιστεύω έχει εκλείψει πλέον ολοκληρωτικά από τα ελληνικά σχολειά... Η λεκτική βία, οι απειλές, η ειρωνεία από τους εκπαιδευτικούς προς τους μαθητές μπορεί να είναι εξίσου καταστροφικές και δυστυχώς αυτές δεν έχουν εκλείψει. Η λεκτική βία μπορεί να κυμαίνεται από βρισιές προς τα παιδιά, αρνητικούς χαρακτηρισμούς σε δεύτερο ενικό («είστε χαζά», «είσαι ανίκανος», «τίποτα δεν θα καταφέρεις στη ζωή σου») και απειλές («πείτε μου ποιοι είναι αλλοδαποί στην τάξη για να ξέρω ποιον θα κόψω στο τέλος», «αν πάρεις κι άλλη ωριαία, θα πάρεις αυτόματα και ημερήσια αποβολή»). Ο βασικός κανόνας στην παιδαγωγική, όπως και στις ανθρώπινες σχέσεις, είναι «κριτικάρω την πράξη, όχι το άτομο». Η οποιαδήποτε κριτική θα πρέπει να είναι επικεντρωμένη στις λεπτομέρειες της πράξης ( «όταν διακόπτεις το μάθημα»), τα αποτελέσματα της πράξης («τότε χάνουμε τον ειρμό των σκέψεών μας»), την παράβαση του κανόνα («έχουμε συμφωνήσει να μην διακόπτει κανείς το μάθημα, δεν είναι δίκαιο») και προειδοποίηση της ποινής («αν συνεχίσεις να το κάνεις, θα πρέπει να βγεις έξω»). Δεν επιτρέπεται καμία υποτίμηση ή ταπείνωση της αξίας του παιδιού ως ανθρώπινο πλάσμα, ούτε αρνητικές  προφητικές προβλέψεις σε σχέση με το μέλλον τους («δεν θα καταφέρεις τίποτα στη ζωή σου» κλπ.) Η συνεργασία ενός παιδιού μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από το χτίσιμο εμπιστοσύνης. Τα παιδιά έχουν αλάνθαστο κριτήριο σε σχέση με την αληθινή αγάπη και το ενδιαφέρον των ενηλίκων. Γνωρίζουν πότε κάποιος νοιάζεται για αυτά και πότε όχι. Ακόμη και το δυσκολότερο στη συμπεριφορά παιδί μπορεί να προσεγγιστεί, όταν υπάρχει πραγματικό ενδιαφέρον για εκείνο, όταν είμαστε διατεθειμένοι να το ακούσουμε και να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε να το βοηθήσουμε. Ακόμη κι αν δεν είμαστε ψυχολόγοι, να έχουμε την κατάλληλη λέξη για το κάθετι, αυτό που θα μετρήσει στα παιδιά είναι το ενδιαφέρον, το ‘νοιάξιμο’, αυτό που λείπει σήμερα και αυτό που έχουν τόσο ανάγκη.  Η κριτική και η ταπείνωση του παιδιού κλείνει τις πόρτες επικοινωνίας και καταστρέφουν την εμπιστοσύνη στη σχέση. Δεν μπορούμε να πείσουμε ένα παιδί ότι «το λέω για το καλό σου», αλλά «είσαι ξεφτίλας». Η χωρίς όρους αποδοχή της αξίας του παιδιού  ως ανθρώπινο πλάσμα, είναι απολύτως απαραίτητη, για οποιαδήποτε αποτελεσματική παιδαγωγική διαδικασία, αλλά και ανθρώπινη επαφή.

Όταν λοιπόν οι εκπαιδευτικοί (ή οποιοσδήποτε ενήλικας) εξευτελίζει ένα παιδί, συνήθως προβάλλει τα σημεία του εαυτού του για τα οποία ο ίδιος νιώθει ασφαλής. Τα παιδιά είναι σημαντικό να γνωρίζουν το μηχανισμό της προβολής. Ισχύει για όλους, πολύ περισσότερο δε για τους ενήλικες. Ούτε μπορούμε να απαιτούμε από τα παιδιά να μη βρίζουν, όταν βρίζουμε εμείς, ή να μην είναι εθισμένα, όταν είμαστε εθισμένοι εμείς, ή να είναι συνεπή, όταν εμείς οι ίδιοι είμαστε ασυνεπείς. Τα παιδιά θα πρέπει να είναι συναισθηματικά εξοπλισμένα, να έχουν την ψυχική τους ασπίδα, ακόμη και απέναντι σε ενήλικες ή άλλες μορφές εξουσίας. Θα πρέπει να γνωρίζουν ότι «οι μεγάλοι ΔΕΝ έχουν πάντα δίκιο» και θα πρέπει να μπορούν να βάζουν το εσωτερικό τους «όχι» στις προσπάθειες να  μειώσει κάποιος το δυναμικό τους και την αξία τους.  Με άλλα λόγια, αν τους βρίσει κάποιος καθηγητής, να μπορεί το παιδί μέσα του (αν όχι έξω) να πει πραγματικά «Δεν σε πιστεύω. Έχεις λάθος. Γνωρίζω ποιος είμαι, αξίζω». Αυτό το εσωτερικό «όχι» είναι από τις σημαντικότερες πράξεις αντίστασης και ενδυνάμωσης που ξεκινά από την παιδική ηλικία και μας είναι χρήσιμο σε όλη μας τη ζωή.

Αν βρίσκουμε ότι ως εκπαιδευτικοί καταφεύγουμε υπερβολικά συχνά στις κυρώσεις και τις ποινές, αυτό θα πρέπει να μας προβληματίσει σχετικά με το κατά πόσο κάνουμε καλά τη δουλειά μας. Αν κάναμε καλά τη δουλειά μας, δεν θα πρέπει να είχαμε την ανάγκη για συνεχείς ποινές! Σύμφωνα με την νέα προσέγγιση που δοκιμάζεται στις ΗΠΑ, την TIC (Trauma Integrated Context) , δεν μπορούμε να γνωρίζουμε το παρελθόν ενός παιδιού ή σε ποια ηλικία και πώς υπέστη τραύμα. Αυτό που μπορεί να φαίνεται σε εμάς ως διαταρακτική συμπεριφορά μπορεί να είναι απλώς οι ενδείξεις, η συμπτωματολογία μετα-τραυματικού στρες. Ειδικά στη σημερινή εποχή, πολλά παιδιά βιώνουν αλλεπάλληλα τραύματα σε σχέση με την απώλειες και τις αλλαγές που υφίστανται, οπότε πριν βιαστούμε να προβάλουμε τις δικές μας ανασφάλειες, εκνευρισμό, ή υπεροψία, καλό είναι να σκεφτούμε τους βαθύτερους λόγους για την συμπεριφορά ενός παιδιού.

Πρεκατέ Βικτωρία, ψυχολόγος - συγγραφέας, www.brightplanet.blogspot.gr, 6/12/2012